Βερνάρδος του Μαντόν (άγιος) — (Bernard de Menthon, 11ος αι.). Ιταλός κληρικός, άγιος της Δυτ. Εκκλησίας. Ο Β. ήταν ο ιδρυτής των μονών του Αγίου Βερνάρδου στις Άλπεις και πέρασε όλη τη ζωή του κοντά στους χωρικούς της Αόστα στις ιταλικές Άλπεις, όπου μαζί με τους υπόλοιπους… … Dictionary of Greek
ἀκύμαντον — ἀκύ̱μαντον , ἀκύμαντος not washed by waves masc/fem acc sg ἀκύ̱μαντον , ἀκύμαντος not washed by waves neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Άγιος Βερνάρδος — (γαλλ. Saint Bernardya, ιταλ. San Bernardo). Αυχένας των Άλπεων (2.742 μ.), που συνδέει την Ελβετία (κοιλάδα του Ροδανού) με την Ιταλία (κοιλάδα της Αόστης). Στα νεότερα χρόνια τη δίοδο αυτή χρησιμοποίησαν οι Γαλάτες και οι Ρωμαίοι, καθώς και o… … Dictionary of Greek
Άλπεις — Οροσειρά της Ευρώπης, που αποτελεί το πιο ψηλό μορφολογικό χαρακτηριστικό της κεντρικής και νότιας Ευρώπης. Οι Ά. καλύπτουν επιφάνεια περίπου 260.000 τ. χλμ., στα εδάφη της Ελβετίας, της Αυστρίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Γαλλίας, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας που εδρεύει στο Παρίσι.Ιδρύθηκε το 1963 με την έκδοση Ιδρυτικού Πατριαρχικού και Συνοδικού Τόμου του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, στη δικαιοδοσία του οποίου και υπάγεται. Περιλαμβάνει,… … Dictionary of Greek
Γκιγιό, Ζαν Μαρί — (Jean Marie Guyau, Λαβάλ, Μεν 1854 – Μαντόν, Προβάνς 1888). Γάλλος φιλόσοφος. Υποστήριζε μια ατομικιστική ηθική, η οποία στηρίζεται στη συμπάθεια και ανέχεται την υπέρβαση κάθε υποχρεωτικού χαρακτήρα που υπάρχει στις ηθικές πράξεις και γενικά… … Dictionary of Greek
Γκριμάλντι — I (Grimaldi).Επώνυμο οικογένειας ευγενών από τη Γένοβα. Το όνομα αναφέρεται για πρώτη φορά σε έγγραφο του 1158. Ο Γκριμό (Γκριμάλντους) διετέλεσε κυβερνήτης του Μονακό, το 1219. Αργότερα, ο δισέγγονός του Ρενιέ A’, αφού εκδιώχθηκε από τη Γένοβα,… … Dictionary of Greek
Ζάππας — Όνομα οικογένειας αγωνιστών και εθνικών ευεργετών από τη Βόρεια Ήπειρο. 1. Ευάγγελος (Λάμποβο, Βόρεια Ήπειρος 1800 – Μπροστένι, Ρουμανία 1865). Καταγόταν από οικογένεια εμπόρου, αλλά από 13 ετών κατατάχθηκε στον στρατό του Αλή πασά. Όταν έγινε 20 … Dictionary of Greek
Κυανή Ακτή — I (Côte d’Azur). Γαλλικό τμήμα της Ριβιέρας στην ακτή της Προβηγκίας. Εκτείνεται από τα γαλλοϊταλικά σύνορα έως τον κόλπο Λα Ναπούλ (και κατ’ επέκταση, αλλά λανθασμένα, έως τον κόλπο της Ιέρ). Η περιοχή χαρακτηρίζεται από τις απότομες απολήξεις… … Dictionary of Greek